Μέγαν εύρατο εν τοις κινδύνοις, σε υπέρμαχον η οικουμένη, αθλοφόρε τα έθνη τροπούμενον. Ως ουν Λυαίου καθείλες την δύναμιν, εν τω σταδίω θαρρύνας τον Νέστορα, ούτως Άγιε, μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος (Απολυτίκιο Αγίου Δημητρίου)

17 gennaio 2014

Τοῖς πυρίνοις σου δόγμασι, τῶν αἱρέσεων ἅπασα, φρυγανώδης φλέγεται ὕλη Πάνσοφε·


Θεός ο Χριστός Θεοτόκος η Παρθένος (428)

Πριν από την εκπνοή του 428, ο Κύριλλος έγραψε προς τον Ρώμης Κελεστίνο για το θέμα του Νεστορίου και το 429 έστειλε μακρά Επιστολή προς μοναχούς της Αιγύπτου. Είναι η πρώτη θεολογική του αντίδραση στην κακοδοξία και χρησιμοποιεί κυρίως όσα είχε για το πρόσωπο του Χριστού διατυπώσει σε προγενέστερα κείμενα του. Εδώ, έστω χωρίς πολλές εξηγήσεις, στηρίζει την αλήθεια του όρου Θεοτόκος στο ότι η Παρθένος γέννησε τον Ιησού Χριστό που είναι και Θεός. Παράλληλα, προσάγει το επιχείρημα της παραδόσεως, υπενθυμίζοντας πιο συγκεκριμένα ότι συχνά ο Μέγας Αθανάσιος ονομάζει Θεοτόκο την Παρθένο. Ακόμη και οι Μαθητές του Κυρίου έτσι πίστευαν την Παρθένο, μολονότι δεν χρησιμοποιούσανε την λέξη αυτή.
«Ει γαρ εστί Θεός ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, πως ου Θεοτόκος η τεκούσα η αγία Παρθένος; … Ταύτην ημίν την πίστιν παρέδοσαν οι… Μαθηταί (=του Χριστού), καν ει μη της λέξεως πεποίηνται μνήμην… Ο πατήρ ημών Αθανάσιος της Αλεξανδρέων Εκκλησίας… Άνω τε και κάτω Θεοτόκον αποκαλεί την Αγίαν Παρθένον» (Επιστολή Α', Προς μοναχούς: PG 77, 13BC).
Η Παρθένος είναι η μόνη μητέρα, που είναι συγχρόνως και Θεοτόκος, διότι γέννησε τον θείο Λόγο και όχι ψιλόν άνθρωπο, και χριστοτόκος, διότι ο Χριστός είναι χρισμένος. Το χρίσμα δια του Αγίου Πνεύματος το έχουν οι πιστοί όλοι και γι’ αυτό καλούνται χριστοί· αλλά μόνο ο Εμμανουήλ Χριστός είναι αληθινός Θεός.
«Ουκούν οι μεν άλλοι πάντες, ως έφην, είεν αν και μάλα εικότως δια το κεχρίσθαι χριστοί, μόνος δε Χριστός Θεός αληθινός ο Εμμανουήλ. Και ουκ αν αμάρτοι ταληθούς, ει τις αν έλοιτο λέγειν ως αι των άλλων μητέρες χριστοτόκοι μεν, ου μην έτι και θεοτόκοι. Μόνη δε παρ' εκείνας η αγία Παρθένος χριστοτόκος τε ομού και Θεοτόκος νοείται τε και λέγεται. Γεγέννηκε γαρ ου ψιλόν άνθρωπον καθ' ημάς, σαρκωθέντα δε μάλλον και ενανθρωπήσαντα τον εκ Θεού Πατρός Λόγον» (Επιστολή Α', Προς μοναχούς: PG 77, 20D-21A).

Διαβάστε όλο τον θεολογικό αγώνα του Αγίου Κυρίλλου (είναι δύσκολο σε κατανόηση κείμενο γιατί απαιτεί θεολογικές γνώσεις εις βάθος αλλά στην τελική αξίζει τον κόπο) για τον μεγάλο αγώνα που έκανε ο ΄Αγιος εναντίον των Νεστοριανών αλλά και το πως προσπαθεί να αποδείξει γιατι η Παναγία μας ειναι Θεοτόκος:
 
Η κατανόηση και φυσικά η αποτίμηση του Κυρίλλου είναι στην έρευνα εξαιρετικά ποικίλη και συχνά πολύ αντιφατική. Δυσκολία δημιούργησε η απουσία στο έργο σταθερής θεολογικής ορολογίας, κάτι όμως που συμβαίνει συχνά στους μεγάλους θεολόγους Πατέρες της Εκκλησίας. Η ανάγκη ν' αντιμετωπίσει διαδοχικά τον Aρειανισμό, τον Ευνομιανισμό, τον Νεστόριο, τους μετριοπαθείς νεστοριανίζοντες Ανατολικούς και όσους Ορθόδοξους του απέδιδαν υποχωρητικότητα, τον υποχρέωναν σε γλωσσική θεολογική ευελιξία ανέλιξη και προπαντός σε περαιτέρω εμβάθυνση. Όσοι τότε μέχρι και σήμερα αδυνατούνε να παρακολουθηθούνε την ανέλιξη και εμβάθυνση αυτή, τον παρερμήνευαν και τον παρεκτιμούσαν. Δεν διέκριναν την συνεπή πορεία της θεολογικής και χριστολογικής του σκέψεως κάτω από διαφορετικές ενίοτε γλωσσικές διατυπώσεις, στις οποίες ο ίδιος δεν προσέδιδε απόλυτο κύρος. Γι’ αυτό π.χ. οι μονοφυσιτίζοντες του Ε' και ΣΤ' αιώνα στηρίζονταν στον Κύριλλο, επειδή χρησιμοποιούσε την φράση «μία φύση του Θεού Λόγου σεσαρκωμένη» κι επειδή δεν μίλησε, όπως νόμιζαν, για δύο φύσεις μετά την ένωση. Ακόμη και Ιδεολογικο-θεολογικές προκαταλήψεις ερευνητών παρεισφρέουν κι εμποδίζουνε την ορθότερη κατανόηση της θεολογίας του.
Έτσι, λοιπόν, αποδίδονται στον Κύριλλο Απολιναριστικές και μονοφυσιτικές τάσεις (J. Liebaert) και προσχηματική πολιτική αποδοχή (χάριν των Αντιοχειανών) των δύο φύσεων στον Χριστό, ενώ δεν αξιοποιεί την αλήθεια αυτή (L. I. Scipioni) και αδυνατεί να κατανοήσει την σκέψη και την συμβολή των Αντιοχειανών (Α. De Halleux). Οι πολλοί επίσης ερμηνεύουν την χριστολογία του με το σχήμα Λόγος - σαρξ, μολονότι πρόκειται για χριστολογία, που κέντρο έχει την ενότητα του προσώπου του Χριστού. Και η χριστολογία του αυτή δεν γίνεται ποτέ Χριστομονισμός, διότι αναπτύσσεται παράλληλα και βαθιά συνδεδεμένη με την τριαδολογία, την όλη θεία οικονομία, το μυστήριο της Εκκλησίας και την ανθρωπολογία.
Έχει τεράστια σημασία η επιμονή του στην απόλυτη ενότητα του προσώπου του Χριστού, μολονότι συνυπάρχουν ασύγχυτες και αδιαίρετες οι δύο φύσεις του, διότι ο Χριστός δεν είναι μόνον ο Σωτήρας του ανθρώπου. Είναι και το πρότυπο του ανθρώπου και το μέτρο του και το μέσο, με το οποίο γνωρίζει τον Θεό και τον κόσμο. Η κατάσταση στην οποία μπορούσε να φθάσει ο «κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν» άνθρωπος, αλλ’ απέτυχε να φθάσει, είναι τώρα ο Χριστός, διότι ανακαίνισε θέωσε την ανθρώπινη φύση, προσλαμβάνοντάς την χωρίς αμαρτία.
Ο Κύριλλος με βαθύ θεολογικό ρεαλισμό προσπαθούσε να δείχνει ότι, μόνο εάν ο θείος Λόγος «μετείχε σαρκός και αίματος», εάν όντως γινόταν άνθρωπος (όχι αν αναλάμβανε ή εισερχότανε σε άνθρωπο), εάν δηλαδή ενωνότανε πραγματικά με την ανθρώπινη φύση κι εξασφαλιζότανε η αντίδοση ιδιωμάτων, θα μπορούσε να την θεώσει. Και μόνο εάν η ανθρώπινη φύση διατηρούσε ακέραιες τις ιδιότητες της στην υπόσταση του θείου Λόγου, θα ανακαινιζότανε ολόκληρη, θα θεωνότανε. Η θεολογική του αυτή συμβολή στην χριστολογία και την σωτηριολογία, καρπός της εμπιστοσύνης του στην παράδοση της Εκκλησίας και του φωτισμού του Αγίου Πνεύματος, έγινε σύντομα διδασκαλία και φρόνημα όλης της Εκκλησίας.

Nessun commento:

Posta un commento

Λόγου έλλειψης χρόνου ίσως δεν απαντήσουμε στα σχόλια σας. Να ξέρετε όμως ότι είναι πάντα καλοδεχούμενα και ότι πάντα τα διαβάζουμε. Ευχαριστούμε πάρα πολύ ! Per mancanza di tempo potremmo non rispondere ai vostri commenti. Dovete però sapere che i vostri commenti sono sempre benvenuti e che vengono letti sempre. Grazie mille !